Οι Τούρκικες απατήσεις και ο βομβαρδισμός της Σάμου το 1943
Οι Τούρκικες απατήσεις και ο βομβαρδισμός της Σάμου το 1943
Ε. Γ. Κιλουκιώτης
Η κατάληψη της Δωδεκανήσου το 1912 στα πλαίσια του ιταλοτουρκικού πολέμου στη Λιβύη, είχε προσωρινό χαρακτήρα, η Ιταλία όμως επωφελουμένη τις διάφορες καταστάσεις που επακολούθησαν, και την έκρηξη του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, όταν η Τουρκία βρέθηκε στο αντίθετο στρατόπεδο, κατόρθωσε να διατηρήσει την κατοχή των νησιών.
Με το τέλος του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, η Ελλάδα και η Ιταλία βρέθηκαν με τους νικητές ενώ η Τουρκία με τους ηττημένους, και το 1919, οι τότε πρωθυπουργοί της Ελλάδας Βενιζέλος και της Ιταλίας Τιτόνι, υπόγραψαν συμφωνία, η οποία μεταξύ των άλλων προέβλεπε την απόδοση της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα, εκτός προσωρινά της Ρόδου. Αυτό ενθουσίασε τους Έλληνες και τους κατοίκους των νησιών, τα γεγονότα όμως που ακολούθησαν όπως η Μικρασιατική καταστροφή, και οι υπαναχωρήσεις των επόμενων Κυβερνήσεων, η Ιταλική κυριαρχία των νησιών διατηρήθηκε μέχρι το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.
Η Τουρκία απ’ την άλλη πλευρά, ουδέποτε θεώρησε ότι έχασε οριστικά τα Δωδεκάνησα, δεν υπήρχε δυνατότητα όμως να τα διεκδικήσει ανοιχτά απ’ την ισχυρή τότε Ιταλία. Η ευκαιρία δόθηκε στους Τούρκους κατά τις παραμονές του δευτέρου παγκόσμιου πολέμου, όταν η αστάθεια που υπήρχε, και η επιθετικότητα της Ιταλίας, ανάγκασε ορισμένα κράτη της χερσονήσου του Αίμου, μεταξύ αυτών και την Ελλάδα, ν’ αποδεχθούν τις εγγυήσεις της Αγγλίας και της Γαλλίας, και για να προσχωρήσουν και οι Τούρκοι στο πλευρό τους ζήτησαν πιεστικά τα Δωδεκάνησα. Το 1939 σε συζήτηση με τον Γάλλο στρατηγό Χυτσινζέ, σχετικά με την επίθεση του συμμαχικού στόλου στο ναύσταθμο της Ιταλίας τον Τάραντα, οι Τούρκοι ζήτησαν να καταλάβουν τα Δωδεκάνησα, που θα περιερχόταν φυσικά στη Τουρκία, κι επειδή τους άνοιξε πολύ η όρεξη, κι εκτός απ’ τα Δωδεκάνησα ζητούσαν ακόμα και εδάφη Γαλλικών και Αγγλικών συμφερόντων στη Συρία και στη Μουσούλη, σταμάτησαν τις συζητήσεις, με την υπόσχεση ότι θα την βοηθούσαν όταν κι όποτε θα το χρειαζόταν.
Ο Κεμάλ Αττατούρκ, μέχρι το θάνατό του το 1938, σεβάστηκε τη συνθήκη της Λωζάνης μεταξύ Βενιζέλου και Ινονού, όπως και τη συνθήκη φιλίας μεταξύ των δυο λαών, ο επεκτατισμός των Τούρκων εις βάρος της Ελλάδος, φάνηκε κατά την διάρκεια του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, όταν στέναζε κάτω απ’ το πέλμα του ναζισμού και του φασισμού. Παρακολουθούσαν τις εξελίξεις κι ανάλογα ρύθμιζαν τη στάση τους που έφτανε μέχρι τα παράκτια τούρκικα φυλάκια, πόσα πλοία φορτωμένα με πρόσφυγες δεν παραδόθηκαν στους Ιταλούς ή τους Γερμανούς για να εκτελεστούν ή να καταλήξουν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, και πολλών χάθηκαν τελείως τα ίχνη τους. Η συμπεριφορά των φυλακίων υπαγορευόταν απ’ τα συμφέροντα και τη διάθεση της Τουρκίας απέναντι στους αντιμαχόμενους, πότε στον άξονα και πότε στους συμμάχους. Τον Απρίλιο του 1941, μετά την Γερμανική επίθεση και την κατάρρευση της Ελλάδος, οι Άγγλοι πρότειναν στους Τούρκους την κατάληψη των νησιών του βορείου Αιγαίου, εν αγνοία της Ελληνικής Κυβέρνησης, η γρήγορη εξέλιξη των πραγμάτων όμως έβαλε τέλος στις προσδοκίες τους, ίσως και ν’ αδράνησαν γιατί μια τέτοια ενέργεια σήμαινε πόλεμο, που οι Τούρκοι δεν επιθυμούσαν. Επίσης η Γερμανική Κυβέρνηση απέρριψε πρόταση της Τουρκίας ν’ αναλάβει ο τουρκικός στρατός την φύλαξη των νησιών του ανατολικού Αιγαίου μέχρι το τέλος του πολέμου.
Τον Σεπτέμβριο του 1942 ο Μανώλης Σοφούλης, σύμφωνα με εντολές του αρχηγείου της Μέσης Ανατολής, βρισκόταν στο Κουσάντασι σα σύνδεσμος με τη Σάμο. Την παραμονή του εκεί διευκόλυνε ο φίλος του Κρητικός Αλή Μπέης, και συνδέθηκε, εκτός των άλλων, με τον Ελληνομαθή τούρκο αξιωματικό Ταξίν Ταντέρ σύνδεσμο του επιτελείου με τις συμμαχικές υπηρεσίες. Κάποιο βράδυ πίνοντας τον καφέ τους ακολούθησε η επόμενη συζήτηση.
-- «Δεν μπορώ να καταλάβω Μανώλη Εφέντη, τι θέλατε οι Σαμιώτες και γινήκατε Έλληνες. Ήσασταν σπουδαία σαν Ηγεμονία και η Τουρκία σαν μεγάλο κράτος σας προστάτευε. Είχατε ελευθερίες, δικιά σας Βουλή, δικιά σας Κυβέρνηση, ανεξαρτησία, κανείς δεν σας πείραζε, εδώ ερχόσασταν τα καλοκαίρια και βοηθούσατε στη συγκομιδή και παίρνατε ότι σας άρεσε, περνούσαμε σεις και μείς αδελφωμένοι, μια χαρά. Και νομίζω πως άμα τελειώσει ο πόλεμος θα πρέπει να ζητήσετε να ξαναγίνετε Ηγεμονία και μείς θα φροντίζουμε για σας. Τι λες;»
Προσεκτικός και λιγομίλητος ο Σοφούλης του απάντησε:
-- Εκείνο που ενδιαφέρει σήμερα είναι το τι θα γίνει ο κόσμος με τον πόλεμο. Για όλα τ’ άλλα έχουμε καιρό μέχρι να τελειώσει.
Τον Σεπτέμβριο του 1943 έχουμε κι άλλη αναγνωριστική ενέργεια των Τούρκων. Η Ιταλική συνθηκολόγηση έγινε στις 8 Σεπτεμβρίου, η κατάσταση ήταν ακόμα ρευστή κι ο Μητροπολίτης Ειρηναίος με αντιπροσωπεία των ανταρτών, Ζαΐμη, Σοφούλη, Παριανό κι άλλους ακόμα, συσκέπτονται με τον Ιταλό στρατιωτικό διοικητή στρατηγό Σολνταρέλλι στο γραφείο του στο Μαλαγάρι. Την ώρα εκείνη εφορμά, χωρίς να χτυπήσει, ένας υπολοχαγός κι αναγγέλλει: «Τούρκοι έχουν αποβιβασθεί στο Τηγάνι.» Όλοι μένουν άφωνοι κι ο Ζαΐμης φωνάζει:
-- Να συλληφθούν αμέσως.
Η διαταγή μεταφέρετε και οι Τούρκοι συλλαμβάνονται, περιορίζονται, και την επόμενη αφέθηκαν ελεύθεροι κι έφυγαν. Ήταν ο έπαρχος του Κουσάνταση, υπάλληλοι και αξιωματικοί με πολίτικά, και δήλωσαν ότι έκαναν εκδρομή, ήρθαν γ’ αναψυχή. Το Αιγαίο έβραζε, καιγόταν ολόκληρο και οι Τούρκοι βγήκαν για να ψυχαγωγηθούν και να διασκεδάσουν. Την ίδια εποχή ο Σαμιώτης Δημ. Νικολαρεϊζης ερχόταν στη Σάμο μ’ ένα Αγγλικό αντιτορπιλικό σαν απεσταλμένος της εξόριστης Ελληνικής Κυβέρνησης Καΐρου. Συνομιλώντας με τον Άγγλο κυβερνήτη του πλοίου, τον ρώτησε αν η Σάμος ήταν Ελληνική ή Τουρκική, και του συνέστησε να είναι προσεκτικός απέναντι στο τουρκικό στοιχείο. Ο Νικολαρεϊζης εξεπλάγη, ποιο τουρκικό στοιχείο του είπε, σα Σαμιώτης που είμαι σας πληροφορώ ότι η Σάμος είναι Ελληνική και ποτέ δεν είχε Τούρκους, ούτε τζαμί. Και ο κυβερνήτης του απάντησε: Δηλαδή εσείς γνωρίζεται τα πράγματα καλύτερα απ’ το Φόρεϊν όφφις; Μέχρι εκεί έφτανε η τουρκική προπαγάνδα.
Μετά την νικηφόρα για τους συμμάχους μάχη του Ελ-Αλαμέιν, και τις αποβάσεις στην Αλγερία και το Μαρόκο, και η κάθοδος των Ρώσων, η πορεία του πολέμου είχε στραφεί υπέρ των συμμάχων, κι άρχισε να φαίνεται ότι γρήγορα η Ιταλία θα εγκατέλειπε τον άξονα και θα προσχωρούσε στους συμμάχους. Τότε ο Τσόρτσιλ άρχισε να σκέφτεται για επέμβαση στο χώρο του Αιγαίου με συμμετοχή στον πόλεμο και της Τουρκίας. Οι Βρετανοί σχεδίαζαν ν’ ανακαταλάβουν την Κρήτη και τα Δωδεκάνησα, περιορίζοντας έτσι τις κινήσεις του εχθρού, και η ενέργεια αυτή, ίσως να ενθάρρυνε την Τουρκία να βγει με τους συμμάχους στον πόλεμο. Αυτό θα είχε σαν αποτέλεσμα την χρησιμοποίηση των Τουρκικών αεροδρομίων, απ’ τα οποία θα μπορούσαν να πληγούν στόχοι στην Ελλάδα, στην Βουλγαρία, μέχρι τις πετρελαιοπηγές της Ρουμανίας, και θ’ άνοιγαν τα στενά για τη Μαύρη θάλασσα κι ο εφοδιασμός της Ρωσίας σε πολεμικό υλικό θα γινόταν πιο γρήγορος και οικονομικός, Γι’ αυτό το λόγο, τον Ιανουάριο του 1943 ο Τσόρτσιλ επισκέφτηκε τα Άδανα και συζήτησε με τον πρόεδρο της Τουρκίας Ινονού και τον πρωθυπουργό Σαράτσογλου, δεν είναι γνωστό τι συζήτησαν, όπως ισχυριζόταν όμως διπλωματικοί κύκλοι, οπωσδήποτε έγινε λόγος και για τα Δωδεκάνησα.
Η Τουρκία, που πάντα θέλει να παίρνει χωρίς να δίνει, προσποιούμενη ότι ο Στρατός της ήταν ανέτοιμος, η Αγγλία ανέλαβε μόνη της το βάρος του εξοπλισμού του, και της χορήγησε μεγάλο αριθμό αεροπλάνων, αρμάτων μάχης, πυροβολικού και άφθονου πολεμικού υλικού. Κι ενώ όλα ήταν έτοιμα για την επέμβαση στα νησιά, ο Αμερικανός Στρατηγός Αϊζενχάουερ διοικητής τότε των συμμαχικών δυνάμεων της Μεσογείου, τον Αύγουστο του 1943 τους στέρησε τα μέσα μεταφοράς του στρατού, με τη δικαιολογία της σπατάλης μέσων και υλικών, τα οποία ήταν περισσότερο αναγκαία σε άλλα, πιο σοβαρά μέτωπα, όπως της Σικελίας και του Ειρηνικού.
Στις οκτώ Σεπτεμβρίου του 1943, έγινε η προσχώρηση της Ιταλίας στο Συμμαχικό στρατόπεδο, και οι Τούρκοι φαίνεται να χάρηκαν που θ’ αποκτούσαν τα νησιά τσάμπα, χωρίς καμιά θυσία, αφού η τουρκική εφημερίδα «Τανίν» δυο μέρες μετά έγραφε: «…..η παράδοση της Ιταλίας σημαίνει αποχώρηση απ’ τα Βαλκάνια και την απόδοση της Δωδεκανήσου στους νόμιμους κατόχους της». Νοώντας φυσικά τους ίδιους τους Τούρκους.
Μετά την συνθηκολόγηση της Ιταλίας, Γερμανοί ήταν έτοιμοι και οι εξελίξεις ήταν πολύ γρήγορες. Ο Χίτλερ είχε προνοήσει για το θέμα του Αιγαίου, μετά τη πτώση του Μουσολίνι περίμενε ότι οι Ιταλοί θα τον εγκατέλειπαν, κι έστειλε διαταγή στο Επιτελείο του, που μεταξύ των άλλων σημείωνε. «Η στάση των νοτιοανατολικών συμμάχων μας, όπως και της Τουρκίας, προσδιορίζεται απ’ την εμπιστοσύνη τους προς τη δύναμή μας. Η εγκατάλειψη των νησιών θα προκαλέσει εξαιρετικά δυσάρεστη εντύπωση». Αμέσως σχεδόν εξουδετέρωσαν τους Ιταλούς και κυρίευσαν τη Ρόδο, και γρήγορα ακολούθησε η Κως, με τα αεροδρόμιά τους. Έτσι οι Βρετανοί βρέθηκαν χωρίς αεροπορική κάλυψη, αφού τα κοντινότερα αεροδρόμιά τους βρισκόταν στην Κύπρο και την Β. Αφρική, και η παραμονή τους στα Δωδεκάνησα, αλλά και τη Σάμο, ήταν καταδικασμένη.
Ασκήθηκαν πιέσεις στη Τουρκία για να παραχωρήσει τα πλησιέστερα προς τα Δωδεκάνησα αεροδρόμιά της, αλλά η απάντηση ήταν αρνητική. Η Τουρκία θα έμπαινε στον πόλεμο τότε, και μόνο τότε, όταν θα ένοιωθε απόλυτη ασφάλεια, κι όπως διαπίστωνε, η Γερμανία ήταν ακόμα πολύ δυνατή, δεν ήταν εύκολος αντίπαλος, θα το πλήρωνε ακριβά, τσάμπα γεύμα δεν είχε. Κι εκτός τούτου, εμμέσως δεχόταν απειλές απ’ τη Γερμανία στη περίπτωση που θα εγκατέλειπε την ουδετερότητά της, φαίνεται ότι η τελευταία γνώριζε πολύ καλά τις ερωτοτροπίες της με τους Άγγλους, Μέχρι την τελευταία στιγμή, στις 10 Νοεμβρίου, ζητούσε ο Τσόρτσιλ την ενίσχυση της Τουρκίας με άφθονο υλικό για τον εξοπλισμό του στρατού της, η οποία ήταν αχόρταγη, είχε μεγάλες απαιτήσεις για εφοδιασμό, χωρίς να έχει σκοπό όμως να κινηθεί, ούτε να παραχωρήσει τα αεροδρόμιά της. Στις 16 του μήνα έπεσε στα χέρια των Γερμανών και το τελευταίο νησί της Δωδεκανήσου η Λέρος, και το μοναδικό νησί που εξακολουθούσε να είναι ελεύθερο ήταν η Σάμος, που η τύχη της ήταν προδιαγεγραμμένη, ήταν αδύνατο να κρατηθεί.
Σ’ όλες αυτές τις επιχειρήσεις οι Άγγλοι δεν χρησιμοποίησαν Ελληνικό στρατό, για να μη δυσαρεστήσουν τους συμμάχους τους Ιταλούς, αλλά και τους Τούρκους, και κυρίως για να μη προδικάσουν την μεταπολεμική τύχη της Δωδεκανήσου. Η παρουσία Ελληνικού στρατού στα Δωδεκάνησα θα ξεσήκωνε το ντόπιο πληθυσμό, τους Έλληνες, που θα σήμαινε όχι μόνο απελευθέρωση αλλά και την ένωση με την μητέρα πατρίδα. Όταν, λόγω έλλειψης εφεδρειών στο τέλος Οκτωβρίου, δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά, επέτρεψαν τη μεταφορά, και μόνο στη Σάμο του Ιερού Λόχου, που πριν τον πόλεμο αποτελούσε τμήμα της Ελληνικής επικράτειας.
Στη Σάμο δεν απομείναν παρά υπολείμματα των Βρετανικών στρατευμάτων, 220 άτομα, αφού τα περισσότερα είχαν απορροφηθεί στη μάχη της Λέρου, ο Ιερός Λόχος με 358 άνδρες, και η Ιταλική μεραρχία «Κούνεο», με πεσμένο ηθικό και πολλές αντιθέσεις, που δύσκολα θα μπορούσε κάποιος να εμπιστευθεί, και το χειρότερο, χωρίς αεροπορική κάλυψη όταν οι Γερμανοί κυριαρχούσαν στον αέρα. Έτσι πάρθηκε η απόφαση να εκκενωθεί το νησί, και να παραδοθεί στους Γερμανούς χωρίς μάχη. Μετά την απόφαση αυτή, ο Ιταλός στρατηγός Σολνταρέλλη, ζήτησε την άδεια απ’ το Ιταλικό αρχηγείο για την διεκπεραίωση των δυνάμεών του στη Τουρκία, το ίδιο έκανε κι ο Άγγλος ταξίαρχος και Διοικητής της Σάμου Μπερν, προς το στρατηγείο της μέσης Ανατολής. Ο Συνταγματάρχης Τσιγάντες, θεωρώντας ότι το νησί αποτελούσε αδιαμφισβήτητο Ελληνικό έδαφος, ζήτησε κι αυτός την άδεια απ’ την εξόριστη Ελληνική Κυβέρνηση, κι έτσι παρουσιάστηκε σαν ισότιμος σύμμαχος διαφυλάσσοντας τα εθνικά συμφέροντα. Τις επόμενες νύχτες, με κάθε είδους πλοιάρια, μεταφέρθηκαν στη Τουρκία, 220 Βρετανοί, 358 Ιερολοχίτες, 400 αντάρτες 2978 Ιταλοί και 1200 πολίτες. Σημειώνω ότι η Λέρος ήταν ναυτική βάση των Ιταλών καλά οχυρωμένη, είναι εννιά φορές μικρότερη της Σάμου, κι όπως γράφει ο πολεμικός ανταποκριτής Λεονάρδος Μάρσλανδ Γκάντερ, την υπερασπίστηκαν 3000 Βρετανοί και 8000 Ιταλοί που δεν άντεξαν στη Γερμανική πίεση από θάλασσα και αέρα.
Οι Αμερικανοί, με διάφορα προσχήματα, σε καμιά περίπτωση δεν βοήθησαν την σύμμαχο Αγγλία, παρόλο που οι στόχοι της θα βοηθούσαν πάρα πολύ την συμμαχική προσπάθεια, κι ίσως να μειωνόταν κατά πολύ η διάρκεια του πολέμου. Τις ελάχιστες φορές που εμφανίστηκαν στο Αιγαίο τα βαριά καταδιωκτικά αεροπλάνα Ρ-38 Λαϊτνινγκ, η παρουσία τους ήταν καταλυτική, αλλά και η χορήγηση μερικών αποβατικών σκαφών για την κατάληψη της Ρόδου, δεν ήταν δύσκολη. Τέλος του 1943 επανήλθαν οι Άγγλοι σχεδιάζοντας την κατάληψη της Ρόδου και τον εφοδιασμό της Τουρκίας με υλικό, της οποίας οι απαιτήσεις δεν είχαν τέλος. Όλα αυτά όμως τερματίστηκαν απ’ τους Αμερικανούς, με το αιτιολογικό της σπατάλης υλικού και δυνάμεων, που ήταν απαραίτητα για την σχεδιαζόμενη απόβαση στη Γαλλία. Τα Αμερικανικά αυτά προσχήματα όμως, δεν απόβλεπαν στην εξοικονόμηση υλικού και δυνάμεων, όπως ισχυριζόταν, αλλά για να εμποδίσουν τους Βρετανικούς μελλοντικούς σκοπούς.
Με τις επιχειρήσεις στο Αιγαίο ο Τσόρτσιλ, εκτός των άλλων απέβλεπε στην αποκατάσταση της Βρετανικής επιρροής στη Μέση Ανατολή κατά την μεταπολεμική περίοδο. Κατά καιρούς η Αγγλία χορήγησε στην Τουρκία μεγάλα χρηματικά ποσά και άφθονα υλικά, με το αιτιολογικό να την προσέλκυση στον πόλεμο, της οποίας η παρουσία δεν ήταν και τόσο αναγκαία, στην πραγματικότητα όμως ήθελε να την προσδέσει στο άρμα της. Με την Τουρκία στο πλευρό της η Αγγλία, θα είχε εξασφαλισμένο πλήρως τον έλεγχο στα πετρέλαια της Μέσης Ανατολής, και της διώρυγας του Σουέζ, κατά την μεταπολεμική περίοδο. Το ίδιο ακριβώς επιδίωκαν και οι Αμερικανοί, και ο Τσόρτσιλ, που κατάλαβε το Αμερικάνικο παιχνίδι, στις 20 Φεβρουαρίου του 1944 είπε στον πρόεδρο της Αμερικής Ρούσβελτ, ότι «έχω την υπόνοια ότι οι ΗΠΑ επιθυμούν να μας στερήσουν το ενεργητικό του πετρελαίου μας στη Μέση Ανατολή».
Την επόμενη της κατάληψης της Λέρου, στις 17 Νοεμβρίου 1943, το Λιμάνι του Βαθιού και το Τηγάνι, Σάμος και Πυθαγόρειο σήμερα αντίστοιχα, δέχτηκαν έναν ισχυρότατο βομβαρδισμό από την Γερμανική αεροπορία, που ήταν ένας απ’ τους ισχυρότερους και αγριότερους που έγιναν σε Ελληνικό έδαφος. Επί μία ώρα και τρία τέταρτα, σμήνη αεροπλάνων ερχόταν απ’ τα Δωδεκάνησα κι άδειαζαν το φορτίο του θανάτου πάνω στον άμαχο πληθυσμό, με τέτοια μανία σα να επρόκειτο να εξουδετερώσουν ισχυρά στρατηγικά οχυρά. Αντιαεροπορικό πυροβολικό δεν υπήρχε, δυο αντιαεροπορικά πολυβολεία, ένα στον Αη-Λιά κι ένα στην ταράτσα της Νομαρχίας, δούλευαν συνέχεια κι ένα αεροπλάνο έπεσε καιγόμενο προς το μέρος του Κοκκαριού. Μη βρίσκοντας αντίσταση χαμήλωναν και μυδραλιοβολούσαν τον κόσμο, και τα γυναικόπαιδα που έτρεχαν προς την εξοχή να σωθούν, οι ζημιές ήταν ανυπολόγιστες, πάρα πολλά σπίτια και μαγαζιά καταστράφηκαν, περιουσίες ολόκληρες χάθηκαν. Πάρα πολλοί οι σκοτωμένοι, Έλληνες άμαχοι γυναίκες και παιδιά και Ιταλοί στρατιώτες, που ο αριθμός τους χάθηκε μέσα στη σύγχυση που επακολούθησε και στη φυγή για τη Μέση Ανατολή. Παρόμοια συνέβησαν και στο Τηγάνι. Και στις 22 Νοεμβρίου, ήρθε μια τορπιλάκατος απ’ τη Λέρο με λίγους Γερμανούς, κι ο Ιταλός φασίστας, ο δήμιος της Καστανιάς, που δεν ακολούθησε τους άλλους Ιταλούς στη Τουρκία, ο αντισυνταγματάρχης Μάριο Ούγγάρο, παρέδωσε τη Σάμο.
Ο άγριος αυτός βομβαρδισμός δε στόχευε την εξουδετέρωση στρατηγικών στόχων, που οι Γερμανοί γνώριζαν πολύ καλά που βρισκόταν, ισοπέδωσαν τη Σάμο, μια ανοχύρωτη πόλη. Πολλά γυναικόπαιδα χάθηκαν, και οι Ιταλοί στρατιώτες κι ο ένας αντάρτης που σκοτώθηκαν τους βρήκε περιφερόμενους στη προκυμαία και στους δρόμους. Ούτε ήταν η αφορμή για να εκκενωθεί το νησί και να παραδοθεί στον εχθρό χωρίς μάχη, αυτό ήταν κάτι το αναμενόμενο, η ισχνή φρουρά της Σάμου, χωρίς εφεδρείες κι ανεφοδιασμό, χωρίς αεροπορική κάλυψη, στο μέσο ενός εχθρικού περιβάλλοντος, δεν ήταν δυνατό ν’ αντισταθεί, θα ήταν καθαρή αυτοκτονία.
Με το βομβαρδισμό Σάμου οι Γερμανοί έστειλαν μήνυμα στους Τούρκους και τους έλεγαν, «κρατάμε καλά ακόμα, έχουμε δύναμη, μη τολμήστε να βγείτε στο πόλεμο γιατί και οι δικές σας πόλεις θα έχουν την ίδια τύχη.» Και πραγματικά, οι Τούρκοι δεν τόλμησαν.
Βοηθήματα. Μάνος Μαστοράκης. «Αιγαίο 1943» Εκδόσεις Δούρειος Ίππος. Κώστα Πτίνη. «Χρόνια κατοχής» Εκδόσεις Σάμος (του ιδίου). Γιάννη Ζαφείρη. «Η Σάμος στον αγώνα» Αθήνα. Anthony Rogers. Μετάφραση Μυρτώ Μπιρλιδάκη. «Το ολίσθημα του Τσόρτσιλ» Εκδόσεις Ιωλκός. Αθήνα 2005.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου