Το λιμάνι της Σάμου από περιγραφές του 1680.

Αποτέλεσμα εικόνας για πειρατικα καραβια φωτογραφιες
        Το λιμάνι της Σάμου από περιγραφές του 1680.
Τρία παράλληλα κείμενα του τέλους του 17ου αιώνα για το Τηγάνι της Σάμου δίνουν μια αρκετά ολοκληρωμένη εικόνα της μορφής ενός λιμανιού που έχει μεν ναυτική κίνηση αλλά δεν διαθέτει κτιστές εγκαταστάσεις. Η σχέση λιμανιού με την Μεγάλη Χώρα και η θέση αμφοτέρων στο στενό περιγράφεται και από τους τρεις συντάκτες των κειμένων. Το θαλάσσιο στενό της Σάμου αποκαλείται από τον Ιωσήφ Γεωργειρήνη στα 1678 «φωλεά πειρατών…..εκ Μελίτης, Λιβόρνου, Σαβαδίας ή Σάρδους» και το Τηγάνι «παλαιός λιμήν διά κάτεργα». Το μόνο κτίσμα για το οποίο μιλά ο Γεωργειρήνης είναι μια μικρή εκκλησία με πηγάδι, αφιερωμένο στον Αϊ – Νικόλα από όπου τα πλοία προμηθευόταν πόσιμο νερό. Στον χάρτη του Petr Schenk που συνόδευε την περιγραφή το στενό σημειώνεται με το τούρκικο όνομα «Dard Bogazy», από όπου «επιτίθενται οι πειρατές στο νησί», ενώ δίπλα στο «Tigani Port» προς βορρά έχει σχεδιαστεί η εκκλησία του Αϊ – Νικόλα. Ο Bernard Randolph το 1687 αναφερόμενος στη Σάμο λέει ότι το λιμάνι δεν είναι καλό για πλοία, αλλά μάλλον δεν πρόκειται για ναυτική αξιολόγηση γιατί το παλιό λιμάνι του Τηγανιού είναι αρκετά καλό αγκυροβόλιο, πράγμα που επιβεβαιώνει και η συνεχής χρήση από τους αρχαίους ακόμα χρόνους. Η αιτία που ο Άγγλος δεν θεωρεί το Τηγάνι καλό αγκυροβόλιο, είναι «οι πειρατές που πολύ συχνά το επισκέπτονται…..και βγαίνουν στη στεριά».
Ο Pitton de Tournefort λίγα χρόνια αργότερα αξιολογεί το Τηγάνι ως καλό λιμάνι για τους περιηγητές, αν και είναι εκτεθειμένο στον νοτιοδυτικό άνεμο που έρχεται από το στενό, και αναφέρει το μικρό αγκυροβόλιο «των γαλερών» στο στενό απέναντι από το όρος Σαμψών της Μικρασίας. Πρόκειται προφανώς για το γνωστό από τους περιηγητές ως καταφύγιο πειρατών λιμανάκι του Μουλά Μπραήμ στα ανατολικά του Πόρτο Τηγάνι. Η έντονη πειρατική δράση στο Νταρ Μπογάζ της Σάμου και στην ευρύτερη θαλάσσια περιοχή του νησιωτικού συμπλέγματος, η ύπαρξη κρυφών ναυπηγείων για πειρατικές  φούστες, οι αποβάσεις και οι λεηλασίες είναι στοιχεία που αναφέρονται σταθερά σε όλες τις διηγήσεις για τη Σάμο, από τον καιρό του Buondelmonti μέχρι τον Tournefort τρεις αιώνες αργότερα. Η πολύτιμη ναυπηγική ξυλεία των βουνών και η αξιοποίηση του ρετσινιού για την στεγάνωση των πλοίων κατέστησαν τη Σάμο σημαντικό σημείο ναυπήγησης και επισκευής σκαφών τόσο κατά τους Βυζαντινούς χρόνους όσο και κατά την ύστερη τουρκοκρατία. Παρότι τα βυζαντινά ναυπηγεία της Σάμου μετά τον 15ο αιώνα δεν χρησιμοποιούνται από τους Οθωμανούς, συνεχίζουν να λειτουργούν στο νησί ναυπηγεία που εξυπηρετούν τους πειρατικούς στολίσκους.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό η Μεγάλη Χώρα, κτισμένη μετά τον εποικισμό του 16ου αιώνα, στα χρόνια του Γεωργειρήνη είναι ένας πυκνοδομημένος οικισμός με περισσότερες από 500 κατοικίες, κτισμένος, όπως φαίνεται από τον χάρτη του Petr Schenk, στα δυτικά του λιμανιού σε απόσταση 2 μιλίων. Από ένα ύψος 60 μ. επάνω από την ακτή ελέγχει την ακτή του κάμπου σε όλο της το μήκος των 3,5 ν.μ. περίπου. Η ακτή αυτή, που αρχίζει από τον Άσπρο κάβο στα νοτιοδυτικά και τελειώνει στο Πόρτο Τηγάνι στα ανατολικά, με την ομαλή της διαμόρφωση επιτρέπει την αγκυροβόληση και την προσάραξη πλοίων.

Απ’ το βιβλίο του Νίκου Μπελαβίλα «Λιμάνια και οικισμοί στο αρχιπέλαγος της πειρατείας».
Σάμος 10 – 3 – 2020.    Ε. Γ. Κιλουκιώτης.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Τζαμί στη Σάμο.

Πως χτίστηκε ο Προφήτης Ηλίας του Κέρκη.

ο προσκύνημα του Τζωρτζ Μπους στη Αγία Παρασκευή στο Μαραθόκαμπο