Ο Κυριάκος Μώραλης έπαρχος της Σάμου 1822.

Αποτέλεσμα εικόνας για λυκούργος λογοθέτης


         Ο Κυριάκος Μώραλης έπαρχος της Σάμου 1822.
Όταν ο Λυκούργος επέστρεψε στη Σάμο, μετά την αποτυχούσα και τραγική εκστρατεία στη Χίο, την βρήκε αναστατωμένη και τους εχθρούς του, τους καλικάντζαρους, να πανηγυρίζουν αδιαφορώντας για τους κινδύνους που διέτρεχε το νησί.
Με δώρα και χρήματα πήραν με το μέρους τους πολλούς απ’ τους λιμοκτονούντες στρατιώτες του Λυκούργου, που γύρισαν απ’ τη Χίο και πουλούσαν ακόμα και τα όπλα τους για ένα κομμάτι ψωμί.
Έγινε προσπάθεια να κάψουν το σπίτι του Λυκούργου στο Καρλόβασι μαζί και τον ίδιο, τα παράλια έμειναν αφύλακτα κι έφταναν λίγοι τούρκοι για να κυριεύσουν το νησί ολόκληρο. Αυτή ήταν η κατάστασης στο Σάμο και ο Λυκούργος δεν είχε μόνο να επιβάλει την τάξη, έπρεπε να υπερασπίσει και τον εαυτό του, γιατί οι Χιώτες έπεισαν την Κυβέρνηση ότι η καταστροφή της πατρίδας τους οφειλόταν στους Σαμιώτες και είχε διοριστεί επιτροπή για να εξετάσει το θέμα και να δικάσει τον Λυκούργο. 
Ο τούρκικος στόλος βρισκόταν στη Χίο κι αναμένονταν στη Σάμο, που θα είχε κι αυτή την ίδια τύχη, μετά το κάψιμο όμως της ναυαρχίδας απ’ τον πυρπολητή Κανάρη μέσα στο λιμάνι της Χίου, αδυνατούσε να επιχειρήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Κατά τον Απρίλιο του 1822 έκανε την εμφάνισή του στη Σάμο κάποιος με το όνομα Αναστάσιος Παπουτζάλωφ με έγγραφο της Κυβέρνησης, που παρακαλούσε τους ευφόρους να τον συνδράμουν στο έργο του, που κατά το έγγραφο «προσφέρει εαυτόν με θερμότατον ζήλον εις τα την Χίον και την Σάμον αποβλέποντα». Όσο όμως ο εν λόγω βρισκόταν στη Σάμο δεν έδειξε καμιά δράση.
Σε λίγες μέρες άλλος απεσταλμένος της Κυβέρνησης έφτασε, ο Κυριάκος Μώραλης του οποίου ο ερχομός ήταν η αφορμή να δημιουργηθούν πολλά σχόλια. Οι φίλοι του Λυκούργου έλεγαν ότι ήρθε για να είσπραξη φόρους, οι εχθροί του όμως υποστήριζαν ότι ήταν ο αντικαταστάτης του.
Τελικά ο Μώραλης κάλεσε τους ευφόρους των χωριών στη Χώρα και τους ανακοίνωσε δυο έγγραφα της Κυβέρνησης. Για τις ανάγκες του αγώνα έπρεπε το κάθε άτομο να πληρώσει υποχρεωτικά από ένα γρόσι και προαιρετικά όσα ήθελε και με το άλλο έκανε γνωστό ότι η Κυβέρνηση είχε εκδώσει ομόλογα τριετούς διάρκειας, με επιτόκιο 8% για τη σύναψη εσωτερικού δανείου και τους καλούσε να κάμουν ότι τους ανήκει για την επιτυχία των μέτρων αυτών. Παρά ταύτα όμως οι καλικάντζαροι εξακολουθούσαν να πιστεύουν ότι είναι ο νέος έπαρχος και τον ήθελαν με το μέρος τους. Αλλά κι ο ίδιος προσδοκούσε κάτι περισσότερο απ’ αυτούς, που σαν πιο εύποροι θα μπορούσαν να συνεισφέρουν περισσότερα.    
Ο Λυκούργος όλον αυτό τον καιρό έμεινε στο σπίτι του στο Καρλόβασι, όπου τον επισκέφτηκε ο Μώραλης κάνοντας περιοδεία στα χωριά, του είπε ότι πολλά λέγονται γύρω απ’ τα’ όνομά του και του συνέστησε να παρουσιαστεί στη Διοίκηση για να υπερασπίσει τον εαυτό του.  
Στη γενική συνέλευση που επακολούθησε, όλοι σχεδόν που εκλέχτηκαν για να διοικήσουν τον τόπο ήταν απ’ τη φατρία των καλικατζάρων, ο ίδιος δεν είχε φανερώσει ακόμα τον διορισμό του σαν έπαρχος της Σάμου, ήθελε λέει να προετοιμάσει και να κερδίσει την εύνοια του Σαμιακού λαού.
Η νέα διοίκηση, που μετέφερε την έδρα της στο Βαθύ, γρήγορα βρέθηκε μπροστά σε αξεπέραστα προβλήματα. Χρήματα δεν υπήρχαν κι ούτε ήταν εύκολο να εισπραχθούν, οι καλικάντζαροι που ήξεραν μόνο να παίρνουν δεν είχαν διάθεση να δώσουν. Αλλά και οι καρμανιόλοι δεν του είχαν καμιά εμπιστοσύνη και τον έβλεπαν εχθρικά, αφού έφτασε, όπως ο Παπουτζάλωφ πληροφόρησε τον Λυκούργο, να παρακρατά την αλληλογραφία του με την Κυβέρνηση.
Μπροστά στ’ αξεπέραστα αυτά εμπόδια ζήτησε την συνδρομή του Μιαούλη ο οποίος έστειλε τους πλοιάρχους Αν. Τσαμαδό, Δημ. Κιόσσε και Γεωρ. Σκανδάλη, με την εντολή να προσπαθήσουν να καθησυχάσουν τα πράματα.
Ο Παπουτζάλωφ,  και μερικοί άλλοι, για προσωπικά προφανώς οφέλη άρχισαν τις ραδιουργίες. Στον μεν Λυκούργο έλεγαν ότι οι πλοίαρχοι σκοπό είχαν να τον συλλάβουν και να τον μεταφέρουν δέσμιο, στους δε πλοιάρχους μύρια όσα κατά του Λυκούργου. 
Οι πλοίαρχοι, που έφτασαν στη Σάμο την πρώτη Ιουνίου, παρήγγειλαν στον Λυκούργο και σε κάθε άλλον που είχε παράπονα να παρουσιαστούν στο Βαθύ και να τους τα εκθέσουν. Ο Λυκούργος, που βρισκόταν στη Χώρα, επηρεασμένος απ’ τις κακόβουλες πληροφορίες, τους παρήγγειλε ότι αν έχουν να του ανακοινώσουν κάτι να πήγαιναν αυτοί στη Χώρα.  
Τελικά επείσθη και με τους χιλίαρχους και πολλούς οπλοφόρους πήγε στο Μαλαγάρι κι έστειλε στη συνέλευση σαν αντιπροσώπους του τους χιλίαρχους. Εκεί ο Μώραλης βρήκε την ευκαιρία και ανακοίνωσε τον διορισμό του σαν έπαρχου της Σάμου και διαταγή της Κυβέρνησης για τη σύλληψη του Λυκούργου, την οποία δεν εκτελούσε προσβλέποντας σ’ ένα φιλικό διακανονισμό.
Αυτά πληροφορήθηκε απ’ τους χιλίαρχους και τους πλοιάρχους ο Λυκούργος, ο οποίος με συνοδεία του Καπετάν Σταμάτη κι άλλων οπλοφόρων έφυγε για να πάει στη Κυβέρνηση να δώσει λόγο. Μαζί τους έφυγε κι ο Α. Παπουτζάλωφ.
Οι στρατιώτες που τον συνόδεψαν μάλιστα πολέμησαν στα Δερβενάκια δίπλα στον Κολοκοτρώνη ενάντια στο Δράμαλη.
Εκεί οι πλοίαρχοι της Ύδρας συνέλαβαν τον Λυκούργο, τον οδήγησαν στην Ύδρα κι αποφάσισαν να τον οδηγήσουν στη Σάμο για να δικαστεί επιτόπια.
Ο Μώραλης προκειμένου να διοργανώσει την διοίκηση συγκάλεσε γενική συνέλευση και διόρισε οκτώ υπουργούς κι άλλους υπαλλήλους, όλους απ’ τη μερίδα των καλικαντζάρων εκτός του Γιάννη Λεκάτη, που λόγω της μόρφωσής του ήταν αναντικατάστατος.
Περιστοιχιζόμενος απ’ τους καλικάντζαρους ο Μώραλης, οι οποίοι τον κολάκευαν και του έλεγαν ότι οι αντίθετοι, οι καρμανιόλοι δηλαδή, αποτελούν μερίδα ανάξια λόγου, δημιούργησε στρατιωτική δύναμη με οπλαρχηγό τον Δ. Κουτσαποστολιόν και κήρυξε τον πόλεμο κατά των οπαδών του Λυκούργου.
Συνέλαβε και φυλάκισε τον Κ. Λαχανά και τον Χρ. Βαρβούνη και διέταξε να συλληφθούν κι άλλοι ακόμα, οι οποίοι πρόλαβαν και έφυγαν εκτός Σάμου.
Όταν τα πληροφορήθηκαν αυτά οι οπαδοί του Λυκούργου στο Καρλόβασι και τον Μαραθόκαμπο, με πρωτοπόρους τον Εμ. Μελαχρινό και τον Καπετάν Σταμάτη πήραν τα όπλα και συνελθόντες στο Πλάτανο αποφάσισαν την εκδίωξη με κάθε μέσο του Μώραλη απ’ τη Σάμο.
Όταν ο Μώραλης πληροφορήθηκε για την συγκέντρωση του Πλατάνου έστειλε τον Κουτσαποστολιό να την διαλύσει και να συλλάβει τους πρωτοπόρους, συγκρούστηκαν στα γύρω υψώματα του Πλατάνου και μετά από πολύωρη μάχη  σκοτώθηκαν ο Εμ. Μελαχρινός κι ο γιός του και ο Μαραθοκαμπίτης  Ι. Γλύνης.
Ο Μαραθόκαμπος, όπου έμενε ο Καπετάν Σταμάτης, έγινε το κέντρο των οπαδών του Λυκούργου και οι στρατιώτες του Μώραλη ουδέποτε τόλμησαν να πλησιάσουν. Παρά τις  προσπάθειες και τις υποσχέσεις του Μώραλη να πάρει με το μέρος του τον Καπετάν Σταμάτη και τους άλλους, δε πέτυχε τίποτα.
Απ’ τους φυλακισμένους τον μεν Χρ. Βαρβούνη δολοφόνησαν ενώ ο Κ. Λαχανάς κατόρθωσε να δραπετεύσει εκτός Σάμου.
Μπροστά σ’ αυτή την κατάσταση η διοίκηση παρέλυσε. Ο Λεκάτης, μη ανεχόμενος την κατάσταση δεν αποδέχτηκε τον διορισμό του και οι σύμβουλοι έγραψαν στους αρμοστές των νήσων παρακαλώντας για τη σωτηρία της Σάμου.
Στις αρχές Νοεμβρίου του 1822 κατέφθασαν οι αρμοστές έχοντας μαζί στα πλοία και τον Λυκούργο για να λογοδοτήσει επί τόπου, παρά τις προσπάθειες όμως η ομόνοια ήταν αδύνατη. Οι καλικάντζαροι ζητούσαν την τιμωρία των αρχηγών των καρμανιόλων, τους οποίους θεωρούσαν υπεύθυνους της κατάστασης. Αρνητικοί ήταν και οι καρμανιόλοι αν δεν ελευθερώνονταν ο Λυκούργος που κρατούταν στα πλοία. Και το χειρότερο, στις 29 Νοεμβρίου παρουσία των αρμοστών, σε επίθεση των καλικαντζάρων στη Χώρα σκοτώθηκε ο Γ. Ζωγράφος και τραυματίστηκαν μερικοί και σε αντίποινα οι καρμανιόλοι έδιωξαν τις αρχές του Μώραλη από μερικά χωριά.
Ο Μώραλης νόμιζε ότι όταν κατόρθωνε να διασπάσει την ενότητα  των αρχηγών των καρμανιόλων θα εξέλειπε η ανταρσία και η διχόνοια. Κάλεσε λοιπόν τον Λαχανά, που είχε επανέλθει στη Σάμο και κρυβόταν και του πρότεινε να τον διορίσει γενικό αρχηγό, με τον όρο να καταστείλει αυτός τα κινήματα και να επαναφέρει την τάξη. Ο Λαχανάς που κατάλαβε τα σχέδιά του δέχτηκε και ειδοποίησε κατάλληλα τον Καπετάν Σταμάτη που βρισκόταν στον Πύργο.
Ο Μώραλης με οπλαρχηγό τον Κουτσαποστολιό κινήθηκε κατά του Καπετάν Σταμάτη, ενώ ο Λαχανάς μάζεψε τους οπαδούς του κι έστησαν καρτέρι στα υψώματα του Βαθιού. Στον Πύργο ο Καπετάν Σταμάτης τους πήρε στο κατόπιν κι όταν έφτασαν στο Βαθύ βρέθηκαν μεταξύ δυο πυρών και τους διέλυσαν.
Ο Μώραλης μόλις πρόλαβε να σωθεί καταφεύγοντας στο πλοίο του Ν. Τσιτσεκλή ζητώντας την προστασία των αρμοστών, οι οποίοι τον φυγάδεψαν στις 17 Δεκεμβρίου. Οι καρμανιόλοι που κυριάρχησαν ζητούσαν επίμονα την ελευθέρωση του Λυκούργου, αλλά και οι αρμοστές, που είχαν διαπιστώσει στο πλοίο τις ηγετικές του ικανότητες, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι είναι ο μόνος ικανός να επαναφέρει την ηρεμία και την τάξη κι αφέθηκε ελεύθερος.
Οι αρμοστές έφυγαν την πρωτοχρονιά του 1823 ευχαριστημένοι διότι επανέφεραν την τάξη και την ηρεμία στο νησί και μέσα σε λίγες μέρες εισπράχθηκε ένα μεγάλο χρηματικό ποσό για τις ανάγκες του στόλου.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Τζαμί στη Σάμο.

Πως χτίστηκε ο Προφήτης Ηλίας του Κέρκη.

ο προσκύνημα του Τζωρτζ Μπους στη Αγία Παρασκευή στο Μαραθόκαμπο