Η ΕΡΗΜΩΣΗ ΚΙ Ο ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΑΜΟΥ.

Σχετική εικόνα


    Η ΕΡΗΜΩΣΗ ΚΙ Ο ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΑΜΟΥ.
Κατά το δεύτερο μισό του 14ον αιώνα η Σάμος, η Χίος όπως κι άλλα νησιά βρισκόταν υπό την κατοχή των Γενουατών Ιουστινιάνων που τους είχαν παραχωρηθεί απ’ τους Βυζαντινούς Αυτοκράτορες.
Μετά την άλωση της πόλης απ’ τον Μωάμεθ Β΄ τον πορθητή το 1453 οι Γενουάτες του  έστειλαν πρεσβευτές, του προσφέρανε δώρα και υποταγή κι επικύρωσε σ’ αυτούς την κατοχή των νησιών πληρώνοντας τέσσερες χιλιάδες δουκάτα κάθε χρόνο. Έτσι η Σάμος παρέμεινε στη κατοχή τους.
Εκείνη την εποχή στίφη ολόκληρα πειρατών λυμαίνονταν τα νησιά και οι Σαμιώτες όσοι δεν έφυγαν αναγκάστηκαν ν’ αποσυρθούν στα ορεινά όπου για να προστατευθούν κατασκεύασαν κάστρα, όπως της Λουλούδας, του Λαζάρου, των Σαράντηδων και άλλα. Μετά απ’ όλα αυτά η αραίωση του πληθυσμού ήταν πολύ μεγάλη.
Οι Γενουάτες που δεν διέθεταν επαρκείς δυνάμεις για την προστασία των νησιών το 1476 αναγκάστηκαν να περιοριστούν στη Χίο ζητώντας απ’ τους κατοίκους των νησιών που εγκατέλειπαν να τους ακολουθήσουν με την υπόσχεση ότι θα τους χορηγούσαν καλλιεργήσιμη γη. Οι νησιώτες που θα έμειναν μόνοι στη διάθεση του κάθε κακοποιού και μη έχοντας άλλη επιλογή, τους ακολούθησαν.
Στη Σάμο λίγοι έμειναν, για τους οποίους ο Ν. Ζαφειρίου στο «Αρχείο της Σάμου»  γράφει. «Αι περιοχαί Πύργου, Πλατάνου, Φτεριά και Κέρκη ήσαν τα απάτητα λημέρια των ολίγων παλαιών κατοίκων, οίτινες μη θελήσαντες να εγκαταλείψουν το πάτριον έδαφος διεβίωσαν ποιμένοντες τα ποίμνιά των και καλλιεργούντες τα ευφορώτερα μέρη, αποχωρισμένοι του λοιπού κόσμου κατά την διάρκειαν της ερημώσεως και ολίγα έτη μετ’ αυτήν, φεύγοντες εις μέρη δυσπρόσιτα προ της εμφανίσεως παντός ξένου (κακοποιού ή μη)».
Έτσι έμεινε έρημη η Σάμος μέχρι των ημερών του Κιλιτζ Αλή Πασά, ο οποίος την ξύπνησε απ’ τον βαθύ της ύπνο, για να συνεχίσει τον ιστορικό της δρόμο.
Ο Κιλίτζ Αλή Πασάς  λέγεται ότι ήταν Χριστιανός  απ’ τη Καλαβρία. Κατά τον Νικ. Ζαφειρίου, στο «Αρχείο της Σάμου», εικοσαετής συνελήφθη  απ’ τον Χαϊρεδίν Μπαρμπαρόσα, ο οποίος θαύμασε το παράστημά του, τον πήρε κοντά του, τον εξισλάμισε και τον ονόμασε Ουλοτζ (εξωμότη) Αλή, για να τον ξεχωρίζει απ’ τους υπόλοιπους που είχαν το ίδιο όνομα. Με τις ικανότητές του, που έφτασε να είναι εφάμιλλος του προστάτη του γρήγορα ανέβηκε σε ανώτατα αξιώματα, προσφέροντας μεγάλες υπηρεσίες στον Σουλτάνο. Στη μεγάλη ναυμαχία της Ναυπάκτου, που ο τούρκικος στόλος κατεστράφη σχεδόν ολοσχερώς απ’ τον ενωμένο Ευρωπαϊκό, ο Κιλίτζ Αλή, έχοντας αντίπαλο τον μεγάλο Αντρέα Ντόρια, κατάφερε να διασώσει τα σαράντα καράβια που διοικούσε και να επιστρέψει στη Κωνσταντινούπολη.
Μετά απ’ αυτό διετέλεσε επί δεκάξι χρόνια αρχιναύαρχος κι ο σουλτάνος του χάρισε σπάθα αδαμαντοκόλλητη που άξιζε 2000 φλουριά, απ’ όπου πήρε το όνομα Κιλίτζ, (σπάθα). Πέθανε σε ηλικία 90 ετών στη Κωνσταντινούπολη και ετάφη στο Τέμενος που ο ίδιος είχε ιδρύσει, στο οποίο αφιέρωσε και τη Σάμο.
Την άνοιξη του 1550 πλέοντας ο Κιλίτζ Αλή με τον Τουρκικό στόλο το Αιγαίο, αναγκάστηκε λόγω τρικυμίας, να προσορμιστεί στον όρμο του Ηραίου, απ’ όπου ο πασάς αντίκρισε για πρώτη φορά τη Σάμο. Στη ναυαρχίδα υπηρετούσε σαν πλοηγός κάποιος Νικόλαος Σαρακίνης, πάτμιος κι απ’ αυτόν ο ναύαρχος άκουσε έκπληκτος την ιστορία του νησιού. Για τον Πυθαγόρα, τον Πολυκράτη, τις σάμαινες, που λίγο έλειψε να νικούσαν τους θαλασσοκράτορες  Αθηναίους, για την πόλη της Σάμου, την «πολίων πάσεων πρώτη Ελληνίδων και βαρβάρων» κι άλλα πολλά, και τέλος τον πληροφόρησε ότι εκείνη της εποχή ήταν έρημο. Βγήκαν στη στεριά, ήταν μια μαγεία, παράδεισος, τα δάση κάλυπταν τις πλαγιές  κι έφταναν μέχρι τη θάλασσα, μπροστά τους ο Ίμβρασος που έτρεχε πεντακάθαρα νερά, τα αναρριχώμενα με τους θάμνους και τα δένδρα σχημάτιζαν ένα αδιαπέραστο σύνολο, η φύση μοσχοβολούσε και μέσα σ’ όλα αυτά, μια πλούσια πανίδα με κάθε είδους άγρια ζώα και πουλιά. Ένα περιβάλλον απαλλαγμένο από κάθε ανθρώπινη παρουσία, μέσα στο οποίο βασίλευε η απόλυτη αρμονία, η πλήρης ισορροπία.
Η μοναδική ανθρώπινη παρουσία μερικοί πάτμιοι στη παραλία που κατασκεύαζαν κεραμίδια.
Για να πειστεί ναύαρχος  ότι πράγματι ήταν έρημο, έστειλε ανθρώπους στο  εσωτερικό οι οποίοι, όπως δήλωσαν κατά την επιστροφή τους, συνάντησαν μερικούς απ’ τους οποίους πληροφορήθηκαν ότι σ’ ολόκληρο το νησί ζούσαν μόνο καμιά σαρανταριά οικογένειες.
Όταν επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη πρώτο του μέλημα ήταν να ζητήσει την άδεια απ’ το  σουλτάνο Σουλεϊμάν για να εποικίσει τη Σάμο, εκθέτοντάς του τα πλούτη της, τις ομορφιές της και την ιστορία της. Ο σουλτάνος, όχι μόνο τον εποικισμό του νησιού επέτρεψε, αλλά για τις μεγάλες υπηρεσίες που του είχε προσφέρει ο πασάς, με χαττί-σερίφ (ιερό ορισμό) του το δώρισε, κι έτσι ο Κιλιτζ Αλή δεν έγινε μόνο ο οικιστής της Σάμου, αλλά κι ιδιοκτήτης της.
Έτσι με βοηθό τον Νικόλα Σαρακίνη άρχισαν τις προετοιμασίες.
Για την επιτυχία του συνοικισμού έπρεπε να υπάρχουν κίνητρα, να δοθούν προνόμια στους νέους κατοίκους που θα ερχόταν να κατοικίσουν, τα θαλασσινά ταξίδια τότε ήταν δύσκολα κι άκρως επικίνδυνα, κανένας, όσο δύσκολα κι αν ζούσε, δεν παράταγε εύκολα το σπιτικό του και τα υπάρχοντά του για κάτι το νέο, το άγνωστο. Με παράκληση λοιπόν του ίδιου του Κιλίτζ Αλή, εγκρίθηκαν απ’ τον σουλτάνο τα πρωτοφανή για την εποχή εκείνη προνόμια τα οποία ήταν.
 -- Να μην εγκατασταθούν ποτέ μωαμεθανοί κι άλλοι ξένοι στη Σάμο, παρά μόνο Χριστιανοί Ορθόδοξοι.
 -- Κάθε νέος έποικος μπορούσε να καταλάβει όσα χωράφια μπορούσε να καλλιεργήσει και επί μια επταετία δεν θα πλήρωνε φόρο.
-- Να είναι ελεύθεροι απ’ τη φορολογία των ναυάρχων, να μην την επισκέπτονται, ούτε να έχουν κάποια επιρροή επ’ αυτής.
-- Ο διοικητής του νησιού να είναι Χριστιανός, να εκλέγεται απ’ τους κατοίκους, να εγκρίνεται απ’ τον Κιλίτζ Αλή και ν’ αναγνωρίζεται απ’ το σουλτάνο.
-- Να ισχύει το Ρωμαϊκό και το Βυζαντινό δίκαιο κι όχι το τούρκικο κιτάπ.
-- Να κτίζουν σχολεία κι εκκλησιές χωρίς άδεια και να διδάσκεται η Ελληνική γλώσσα.
-- Οι Σαμιώτες όταν θα γράφουν στις τουρκικές αρχές, ακόμα και στο Σουλτάνο να χρησιμοποιούν την Ελληνική γλώσσα.
 Εκτός απ’ τα πρωτοφανή αυτά προνόμια τους χορηγούσε τρόφιμα για την διαβίωσή τους, σπόρους, καλλιεργητικά εργαλεία και ζώα κι όλα αυτά μέχρι να δημιουργήσουν τα σπιτικά τους, την οικονομία τους κι ο καθένας να γίνει αυτάρκης κι ανεξάρτητος.
Για να γίνουν γνωστά όλα αυτά σ’ όλη την επικράτεια, παρακάλεσε το σουλτάνο να στείλει διαταγή σ’ όλους τους πασάδες να τον βοηθήσουν και ο Πατριάρχης Διονύσιος ο Β, με εγκύκλιό του καλούσε όλους τους αρχιερείς να συμβάλουν στο έργο του.
Ο πλοηγός του Νικόλαος Σαρακίνης περιφερόμενος την Ελλάδα, την Μικρά Ασία και τα νησιά του Αιγαίου κατάφερε να συγκεντρώσει τους απογόνους των Σαμίων που είχαν μεταναστεύσει στη Χίο και αλλού. Καταλαμβάνοντας οι τούρκοι την Μυτιλήνη φυγάδες ήρθαν και ίδρυσαν τους Μυτιληνιούς κι απ’ τα Βουρλά της Μικράς Ασίας έχτισαν τους Βουρλιώτες. Ήρθαν ακόμα κι από άλλα μέρη της Ελλάδας, απ’ τη Ρόδο όσοι πολέμησαν τους τούρκους μαζί με Ιωαννίτες Ιππότες, στη Σάμο βρήκαν άσυλο, το ίδιο κι απ’ την Πελοπόννησο όταν οι Έλληνες πολέμησαν δίπλα στους Ενετούς, ακόμα απ’ την Κύπρο, την Κρήτη κι αλλού και μαζί μ’ αυτούς, εδώ εύρισκε άσυλο ο κάθε Έλληνας διωκόμενος απ’ τους τούρκους, ακόμα και για αδικήματα του κοινού ποινικού δικαίου.
Ο Ιωσήφ Γεωργειρήνης, αρχιεπίσκοπος της Σάμου, στη περιγραφή της το 1677, έναν αιώνα περίπου απ’ την αρχή του εποικισμού, αναφέρει ότι στη Σάμο υπήρχαν 16 οικισμοί με 3850 σπίτια και 33 εκκλησίες, απ’ όπου υπολογίζεται ότι υπήρχαν 12 με 15 χιλιάδες κάτοικοι. Ο περιηγητής P. Ricaus, το 1679 εκτιμά τους κατοίκους σε 10.000 άτομα και τον ίδιο αριθμό περίπου αναφέρει και ο Άγγλος περιηγητής B. Randolph, το 1687.
Για τη βοήθεια που προσέφερε ο Νικόλαος Σαρακίνης, ο πασάς του χάρισε μεγάλη πεδινή έκταση στο  Ηραίο, όπου έχτισε εκκλησία και πύργο, τα οποία μέχρι σήμερα βρίσκονται σε πολύ καλή κατάσταση. Ο γιος του που τα κληρονόμησε και δεν απέκτησε παιδιά, τα δώρισε στο μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου της Πάτμου, όπου και ανήκουν.             
Όταν πέθανε το 1587 ο Κιλιτς Αλή εμπιστεύτηκε τη Σάμο στον Σεϊχ-ουλ-Ισλάμ (αρχηγό των πιστών) τα δε έσοδα απ’ αυτήν στο τέμενος της Κωνσταντινούπολης που ο ίδιος είχε ιδρύσει.
Ο τελευταίος Επίτροπος της Σάμου που εκλεγόταν απ’ τους Σαμιώτες και την επικύρωνε ο Κιλιτς Αλή ήταν ο Χριστόδουλος Παπαχατζής τον οποίο δολοφόνησαν το 1675. Μετά απ’ αυτόν οι Σαμιώτες μη μπορώντας να συμφωνήσουν (κι εδώ τα κόμματα) για την εκλογή νέου Χριστιανού Επιτρόπου, μετά από γενική συνέλευση των κατοίκων αποφάσισαν κι έστειλαν αντιπροσώπους στον Σεϊχ-ουλ-Ισλάμ για τον διορισμό Τούρκου κυβερνήτη. Οι Τούρκοι που αυτό ζητούσαν, έστειλαν αμέσως  Αγά, Καδή και εισπράκτορα και τα προνόμια έμειναν στην Ιστορία.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Τζαμί στη Σάμο.

Πως χτίστηκε ο Προφήτης Ηλίας του Κέρκη.

ο προσκύνημα του Τζωρτζ Μπους στη Αγία Παρασκευή στο Μαραθόκαμπο