Διόνυσος ο θεός τα’ αμπελιού και του κρασιού

Σχετική εικόνα


                                 Διόνυσος
                              ο θεός τα’ αμπελιού και του κρασιού

 Κατά την μυθολογία το αμπέλι το έφεραν απ’ την Ασία, ο Διόνυσος ή Βάκχος και ο γιος του Οινοπίωνας, κι αυτοί δίδαξαν στους Έλληνες την καλλιέργειά του και την κατασκευή κρασιού.
Ο Διόνυσος ήταν γιος του Δία και της Σέμέλης, κόρης του βασιλιά των Θηβών. Όταν η Σεμέλη, μετά από παρότρυνση της ζηλιάρας Ήρας, ζήτησε απ’ τον εραστή και πατέρα του παιδιού που περίμενε, τον Δία, να παρουσιαστεί μ’ όλο του το θεϊκό μεγαλείο, ο Δίας μη μπορώντας να την μεταπείσει, λύγισε και η θνητή Σεμέλη δεν άντεξε τις αστραπές και τους κεραυνούς που εκτινασσόταν απ’ τα χέρια του. Την τελευταία στιγμή, όταν οι φλόγες τύλιγαν την Σεμέλη, ο Δίας πήρε το έμβρυο και κρυφά απ’ την Ήρα, το έραψε στο μηρό του, απ’ όπου γεννήθηκε όταν ολοκληρώθηκε ο χρόνος κύησης. Επειδή γεννήθηκε μέσα στις φλόγες ονομαζόταν πυριγενής, κι επειδή γεννήθηκε δυο φορές διθύραμβος, που αργότερα την ονομασία πήρε λυρικό ενθουσιαστικού χαρακτήρα τραγούδι, που ψαλόταν κατά τις Διονυσιακές εορτές. Ο μύθος αυτός συμβολίζει προφανώς την τοποθέτηση του χυμού του σταφυλιού, που στη περίπτωση συμβολίζεται με τον Διόνυσο, στο πιθάρι που συμβολίζεται με το μηρό του Δία, όπου ζυμώνεται και γίνεται κρασί, ολοκληρώνεται δηλαδή η κύηση.
Τον μικρό Διόνυσο ο Δίας, τον εμπιστεύτηκε στις νύμφες των νερών τις Υάδες, που τον ανάθρεψαν με στοργή και αγάπη, μέσα σ’ ένα ειδυλλιακό περιβάλλον γεμάτο δέντρα, λουλούδια και γάργαρα νερά.
Ο Διόνυσος ανήκε στις ελάσσονες αλλά σημαντικές θεότητες, και είναι αθάνατος, γιατί για δεύτερη φορά γεννήθηκε απ’ τον ίδιο τον αθάνατο Δία. Ήταν απ’ τις πιο αγαπητές θεότητες των ανθρώπων, και είχαν καθιερώσει πολλές, μεγάλες, κι οργιαστικές πολλές φορές γιορτές προς τιμή του, απομεινάρι των οποίων είναι οι αποκριές. 
Ο Διόνυσος ήταν εύθυμος θεός, πάντα έφηβος, δεν ήταν μόνος, είχε και την ακολουθία του που ήταν μια αξιόλογη παρέα με την οποία πάντα ταξίδευε. Πρώτες ήταν οι Μαινάδες ή Βάκχες, αυτές στεφανώνονταν με κισσούς, ήταν μισόγυμνες και λάτρευαν τον Διόνυσο με οργιαστικές τελετές, μανιώδεις χορούς, κραυγές και θορύβους.  Ακολουθούσαν οι τραγοπόδαροι, οι τριχωτοί κερασφόροι με την πονηρή μούρη Σάτυροι, καθώς και οι Σιληνοί που είχαν μυτερά τραγίσια αυτιά, κέρατα, και ουρά αλόγου. O ωραιότερος απ’ αυτούς ήταν ο Άμπελος, που ήταν ο ευνοούμενος του Διόνυσου και τον είχε πάντα δίπλα του.
Από κοντά κι ο Πρίαπος, ο θεός της γονιμότητας της φύσης και του ελεύθερου έρωτα, γιος του Διόνυσου και της Αφροδίτης. Την παρέα συμπλήρωναν ο Ηδυοίνος (το γλυκό κρασί), ο Ηδυμελής (που τραγουδούσε γλυκά), ο Μόλπος (το τραγούδι), και μερικοί άλλοι ακόμα, κι απ’ τα μεγάλα γλέντια τους δεν έλειπε κι ο άλλος, ο μεγάλος τραγοπόδαρος και κερασφόρος, ο γιος του Ερμή και φίλος της Ηχώς ο Παν.
  Έτσι τον ήθελαν το θεό του αμπελιού του κρασιού και του γλεντιού οι προγονοί μας, έτσι τον δημιούργησαν κι ανάλογα τον λάτρευαν, με γλέντια, τραγούδια, όργια και οινοποσία, κι απ’ τη λατρεία αυτή εξελίχτηκε η σάτιρα, η κωμωδία, και το Θέατρο.


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Τζαμί στη Σάμο.

Πως χτίστηκε ο Προφήτης Ηλίας του Κέρκη.

ο προσκύνημα του Τζωρτζ Μπους στη Αγία Παρασκευή στο Μαραθόκαμπο